Δημοσίευμα

Ο Μινώταυρος του Δημήτρη Στεφανάκη στη ΔΕΒΘ - fractalart.gr

Γράφει η Τζένη Μανάκη στο fractalart.gr για τον Μινώταυρο του Δημήτρη Στεφανάκη που κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Μεταίχμιο και παρουσιάστηκε στην 19η Διεθνή Έκθεση Βιβλίου Θεσσαλονίκης στις 5 Μαΐου 2023
Ο Μινώταυρος του Δημήτρη Στεφανάκη στη ΔΕΒΘ - fractalart.gr

Μέσα στα πλαίσια της 19ης  ΔΕΒΘ, καλωσορίσαμε στην πόλη μας,τον αγαπημένο, πολυβραβευμένο συγγραφέα Δημήτρη Στεφανάκη, ο οποίος, μετά έξι χρόνια απουσίας, επανέρχεται με το νέο βιβλίο του ΜΙΝΩΤΑΥΡΟΣ, μια μεγάλη αφήγηση, ένα πολυσέλιδο μυθιστόρημα που έχει ως βάση την Ιστορία, υπηρετεί όμως κατ΄ εξοχήν τη λογοτεχνία, δημιουργώντας μια εύληπτη πραγματεία για τον χρόνο, τις ανθρώπινες προσδοκίες, την ίδια τη ζωή, εκφρασμένη με αισθητική και λεπταίσθητο λογοτεχνικό χειρισμό στα φλέγοντα θέματα του έρωτα και του θάνατου, της χαράς και της θλίψης, της ειρωνείας, και του σαρκασμού, του κωμικού και του τραγικού στοιχείου, μέσα στην αδυσώπητη πορεία του ανθρώπου προς το πεπρωμένο του.

Σημαντικό στοιχείο του βιβλίου η διακειμενικότητα, που συνήθως χρησιμοποιεί στα έργα του, προϊόν όχι μόνο της πολυετούς εμβριθούς αναγνωστικής του αφοσίωσης, αλλά και της  μουσικής και εικαστικής του παιδείας.

Μέσα από την αφήγηση της ζωής και των παθών των ηρώων του, αποκαλύπτεται συγχρόνως η ομορφιά της Τέχνης, μία ανάταση ψυχής ανάμεσα στα εγκόσμια, αποκαλύπτεται η ζωή που κρύβεται μέσα στη μυσταγωγική ύπαρξη των μεγάλων έργων που μένουν άφθαρτα μέσα στην απεραντοσύνη του χρόνου, αποκαλύπτεται η χαρά και η οδύνη της ανθρώπινης ύπαρξης.

Το βιβλίο του είναι μεταξύ άλλων ένα βιβλίο με στοχασμούς αλλά και πολλά στοιχεία Τέχνης και Ιστορίας. Είναι από εκείνα τα μυθιστορήματα που γοητεύουν τον αναγνώστη γιατί ακριβώς ενσωματώνουν αυτή την ποικιλομορφία.

Το ιστορικό πλαίσιο μέσα στο οποίο εκτυλίσσεται η πλοκή της μυθοπλασίας του, με αιχμή του δόρατος τον μεγάλο έρωτα της Μαργώς Μποτέλλη και του Γιαννιού Αστάκη, έχει ως αρχή το 1894, τόπο ένα χωριό της Βιάνου, στη νότια Κρήτη, και ένα φονικό. Ο Στεφανάκης μιλάει για τον ξεσηκωμό των Ελλήνων ενάντια στους Τούρκους κατακτητές και την εν συνεχεία επέμβαση των Μεγάλων Δυνάμεων, Βρετανίας, Γαλλίας,  Ρωσίας και Ιταλίας, προκειμένου να μοιράσουν τις Διοικητικές περιφέρειες της νήσου. Τη διοίκηση του Ηρακλείου ανέλαβαν οι Βρετανοί.

Η αντίθεση των Τούρκων εκφράστηκε με τη σφαγή του 1898. Ακολούθησε ο βομβαρδισμός του Ηρακλείου από ένα βρετανικό πλοίο, με αποτέλεσμα τον θάνατο μεγάλου αριθμού Τουρκοκρητών, 17 Βρετανών στρατιωτών και χιλίων περίπου κατοίκων.

Με την ΄Ενωση της Κρήτης με την Ελλάδα, το 1913, παίρνει τέλος και η Κριτική Πολιτεία, που είχε επιτευχθεί παρά τις αντιθέσεις των Ενωτικών, και υπήρξε το μεταβατικό στάδιο μέχρι την ΄Ενωση.

Η Κριτική Πολιτεία, είχε θεσπισθεί με την Κρήτη ως αυτόνομο υποτίθεται κράτος, πλήρως ελεγχόμενο από τις Μεγάλες Δυνάμεις και  υπό τουρκική επικυριαρχία.

Η χαρά της Ελευθερίας με το 1913 δεν κράτησε πολύ, παρά την πεποίθηση ορισμένων ότι ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος δεν θα έφθανε στην Κρήτη. Ύπήρξαν όμως και διορατικοί, αυτοί που αντιλαμβανόταν εκ των πραγμάτων την επερχόμενη καταστροφή.

Κι αν στη διάρκεια του Μεσοπολέμου κάποιοι κατόρθωσαν να ανεβάσουν το επίπεδο της ζωής τους, τους πρόλαβε ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος για να τους γεμίσει πληγές κι απώλειες, τον οποίον δυστυχώς, ακολούθησε ο Εμφύλιος μέχρι το 1949, που τελειώνει η αφήγηση.

Στο ερώτημα, γιατί Μινώταυρος, πιθανολογώ, το εξής:

Αν κατά μία από τις απόψεις σχετικά με τη θανάτωση του Μινώταυρου συμβολίζει την απελευθέρωση των Ελλήνων από τη Μινωϊκή Κρήτη, εν προκειμένω, η θανάτωση του Τούρκου δυνάστη και νταή, Μπραήμη, που πάλευε φορώντας κεφάλι ταύρου, και έγινε αφορμή αρχής, αυτής της εκτενούς αφήγησης, δεν είναι παρά η ηρωική πράξη που απάλλαξε τους Κρητικούς από το τέρας της Τουρκοκρατίας.

Είναι εκπληκτική η ευχέρεια του Στεφανάκη, να κάνει χρήση ενός διαφορετικού τρόπου αφήγησης, που επιβάλλει η θεματική του συγκεκριμένου βιβλίου, χωρίς να χάνει  τη γνωστή ποιοτική συγγραφική του ταυτότητα. Σημειώνω ότι εν προκειμένω εντυπωσιάζει και η προσθήκη μεγάλης δόσης χιούμορ.

Οι ήρωές του είναι από γνήσιο ανθρώπινο υλικό, τόσο όσον αφορά τα εξωτερικά γνωρίσματα όσο και τις δράσεις, που απορρέουν μέσα από τα βαθύτερα κοιτάσματα της ψυχής τους, μέσα στην οποία καταβυθίζει τον αναγνώστη, καθιστώντας τον συμμέτοχο της χαράς και της οδύνης τους. Μέσα από διαδρομές που διασταυρώνονται, αποχωρίζονται, ζουν έρωτες, βαθιές φιλίες, χαρές και λύπες, προδοσίες και πάθη με τη φύση και την Ιστορία να σημαδεύει τις ζωές τους.

Τόποι και χώροι της αγαπημένης του Κρήτης, αλλά και της παγκόσμιας σκηνής στη διάρκεια της μισού αιώνα αφήγησης που διαδραμάτισαν ένα σημαντικό ρόλο στην εξέλιξη των ιστορικών γεγονότων, λειτουργούν ως μυθιστορηματικοί χαρακτήρες.

Στο δεύτερο Μέρος της αφήγησής του, κάνει την εμφάνισή της η καλλονή και όχι μόνο, Μαργώ Μποτέλλη, μία πραγματικά εκπληκτική, δυναμική, φιλότεχνη, αγωνίστρια, υπέροχη ηρωίδα, που ξεπερνάει όλες τις περίφημες εκείνες που γνωρίσαμε στις Μέρες Αλεξάνδρειας, στο Φιλμ Νουάρ και στην ΄Αρια.

Η Μαργώ, γέννημα της Κρήτης, χήρα ενός μεγάλου καπνοβιομήχανου ευρωπαϊκών προδιαγραφών, φθάνει στο Μεγάλο Κάστρο μετά οκτώ χρόνια απουσίας, με το ιδιόκτητο πλοίο της “Μαργαρίτα”, μαζί με τον δικηγόρο της ΄Αγγελο Γαληνό.

Εκεί στο Λιμάνι συμβαίνει η πρώτη άτυπη επαφή με τον Γιαννιό Αστάκη, έναν αμόρφωτο αλλά με εσωτερική δύναμη και λεπτό αισθητήριο νεαρό, έναν πραγματικό άντρα με όλη τη σημασία που περιβάλλουμε τη λέξη, (τουλάχιστον πριν από το political correct) που η ανάγκη έφερε στο Ηράκλειο να εργάζεται ως χαμάλης.

Εκεί στο Λιμάνι, μια επόμενη φορά η Μαργώ Μποτέλλη τον πόθησε αντικρίζοντας μέσα από το ανοιχτό, ιδρωμένο πουκάμισο, το γυμνό του στήθος και επιδίωξε τη γνωριμία που γέννησε τον αμοιβαίο έρωτά τους.

Η ψυχογράφηση, η σαφής αποτύπωση των χαρακτηριστικών, των κινήσεων και των συμπεριφορών των ηρώων μέσα στην πάροδο του χρόνου, καθώς ζουν τη ζωή που ορίζει η προσωπικότητα, τα αισθήματα, η κληρονομιά και ο τόπος, καθώς εμπλέκονται στα γρανάζια των ιστορικών συγκυριών υιοθετώντας νέους ρόλους που αλλάζουν τις ζωές ή τις σχέσεις τους με τους άλλους, αποκαλύπτουν τη δεξιοτεχνία του συγγραφέα να πλάσει ήρωες όχι απλά αληθοφανείς, αλλά σχεδόν πραγματικούς.

Ανθρώπους που ελάχιστα διαφέρουν από αυτούς του παρόντος χρόνου, με τον ίδιο σχεδόν τρόπο σκέψης, τους ίδιους φόβους απέναντι στο μέλλον, στον έρωτα και στον θάνατο, γεγονός που κάνει την αφήγησή του να έχει διαχρονικό χαρακτήρα.

Η κινηματογραφική, αλλά και ως πρόφαση στοχασμού αφήγηση συναρπάζει τον αναγνώστη, με τη δημιουργία συνεχών εντάσεων, τον κάνει να νιώθει την αύρα της εποχής, να οσφραίνεται τις μυρωδιές της φύσης, την οσμή του αίματος μέσα στον λαβύρινθο της Ιστορίας, να ζει την προσωπική ιλαρότητα  των ηρώων, να συμμετέχει στην τραγωδία τους, να επικροτεί τις αποφθεγματικές ατάκες του συγγραφέα.

Με το Μινώταυρο, ο Στεφανάκης χαρίζει στο αναγνωστικό του κοινό ένα κλασικού τύπου μυθιστόρημα, δαμάζοντας τον χρόνο με μια ιδιαίτερη δομή, ένα μυθιστόρημα για κάθε αναγνώστη, κοσμώντας την αφήγησή του άλλοτε με αδρές πινελιές και άλλοτε με τον απαλό χρωστήρα ιμπρεσιονιστή ζωγράφου.

                                     Αποσπάσματα από το βιβλίο:                                                                                    

“ Η πολιτεία, αδιάφορη για την άφιξη του Γιαννιού, άνοιγε μπροστά στα εκστατικά του μάτια ένα νέο κύκλο ζωής.

Η Κιζίλ Τάμπα ήταν μια πυκνοκατοικημένη γειτονιά, αλλά για να βρεθείς εκεί έπρεπε κάποια στιγμή, πριν από τη Μικρή Καμάρα, το Καμαράκι, να αφήσεις την Πλατιά Στράτα και να κάνεις δεξιά. Τότε έμπαινες στα στενά σοκάκια και αντίκριζες τα σπίτια με τη μουσουλμανική αρχιτεκτονική. Μια γειτονιά με ετερόκλιτα κτίσματα, από χαμόσπιτα μέχρι αρχοντικά, να κοιτάζουν το ένα το άλλο σε μια ταξική αντιπαράθεση που δεν είχε ποτέ φανταστεί ο Γιαννιός. Σε μερικά από αυτά εύκολα μάντευε κανείς τις εσωτερικές αυλές, στις οποίες οι ένοικοι, και κυρίως οι γυναίκες, έμεναν μακριά από τα επίβουλα μάτια.

   Στις μικρές πλατείες, σε κάτι βρόμικους τουρκοκαφενέδες, είδε πρόσωπα ακίνητα και ανέκφραστα σαν των πεθαμένων . Η πελατεία των καφενέδων αυτών ήταν κάτι ξυπόλυτοι νεαροί άνεργοι μεμέτηδες, που σκότωναν την ώρα τους. ΄Ηταν όμως και κάτι γεροντόμαγκες που μουρμούριζαν κάτι πρόστυχα χωρατά αλλά κανείς δεν γελούσε.[…]

 Πιο κάτω είχε πια μόνο στενοσόκακα με σωρούς σκουπιδιών. Δεξιά κι αριστερά από τα χαμηλοτάβανα μονόσπιτα πρόβαλλε κάπου κάπου καμιά ξέστηθη Τουρκάλα χωρίς φερετζέ και του έκανε νάζια μπας και τον προσελκύσει.΄Εβαλε το χέρι στην τσέπη και ψηλάφισε το περίστροφο για να πάρει θάρρος. Σελ. 37

 Αν η αθωότητα στον άνθρωπο χάνεται με την ερωτική πράξη, ο Γιαννιός δεν έφθασε αθώος στο μεγάλο Κάστρο. Μεσολάβησε μια ιστορία που δεν μαρτύρησε ποτέ. Και ίσως θα ήταν καλύτερα να την είχε γεννήσει η φαντασία του και όχι η πραγματικότητα ένα μεσημέρι του Ιουλίου στο χωράφι του Αντώνη του Διψαλάκη, όπου πήγε για να κάνει ένα “καερέτι”, να δώσει χείρα βοηθείας στον φίλο του πατέρα του δίχως πληρωμή. Θα έπρεπε να τον είχε σεβαστεί, αλλά πώς αλλιώς να αντιδρούσε όταν καθώς σκάλιζε, ένιωσε το χέρι της Λαμπρινής, γυναίκας υπεράνω υποψίας, να τον χουφτώνει στον καβάλο. Του έπεσε η τσάπα από τα χέρια και αφέθηκε να τον σύρει η κυρία Διψαλάκη στην άκρη του κτήματος, μέσα στην κουφάλα μιας ελιάς όπου χωρούσες να ξαπλώσεις. Η μνήμη του του έλεγε ότι ζευγάρωσαν στα τυφλά, με τις πατούσες τους να εξέχουν, κι αν έβλεπε κανείς, αμέσως θα καταλάβαινε τι συνέβαινε. Παρ΄όλα αυτά, ο ίδιος αμφέβαλλε καμιά φορά αν ολοκλήρωσαν εκεί ή στο σταβλί μιαν άλλη μέρα. Γιατί η Λαμπρινή ή το “Λαμπικό”, όπως ήταν το παρατσούκλι της, κάτεχε ασφαλώς περισσότερα για το επίμαχο θέμα και έβαλε μια τάξη μέσα στη σκοτεινή κουφάλα, ξεθηκάροντας τον

“δαιμονισμένο”…Κι όταν ο “δαιμονισμένος”  φάνηκε να βρίσκει τον δρόμο του, εκείνη  άρχισε να βογκά σαν να έβγαινε η ψυχή της, αλλά δεν πρόλαβε να το χαρεί …” Σελ 45

Η όμορφη Μαργώ φορούσε ένα μακρύ φόρεμα.΄Ακουγε προσεκτικά, καπνίζοντας το τσιγάρο της, με μια μακριά πίπα, χωρίς να παρεμβαίνει. Ο ίδιος δεν ήξερε τι να κάνει. ΄Οταν σήκωνε το βλέμμα να την κοιτάξει, έπεφτε πάνω στα μεγάλα σκούρα μάτια της, που ήταν σωστές Σειρήνες, και χαμήλωνε ξανά το κεφάλι του στο πάτωμα, ακολουθώντας το παράδειγμα του γιατρού. Το καλό με τον Μηνά ήταν ότι δεν μασούσε τα λόγια του. Του εξήγησε τι ακριβώς ήθελαν από αυτόν και ο Γιαννιός το είδε σαν ένδειξη εμπιστοσύνης στο πρόσωπό του. Από την πλευρά του είπε πως, αν είναι να κάνει κάτι για την Κρήτη, θα το κάνει και δεν φοβάται. Τόνισε τα τελευταία λόγια του για να τα ακούει και ο γιατρός, που τον είχε αμφισβητήσει. Μίλησε με ακρίβεια και σταθερότητα, όπως έκαναν οι θεατρίνοι στον μονόλογό τους, και όποτε έριχνε το βλέμμα του πάνω της έβλεπε πως τα μάτια της γελούσαν από ικανοποίηση.

    Δεν θυμάται ποια στιγμή σηκώθηκε ο Σήφης και είπε πως έπρεπε να φύγουν, πως είχε περάσει η ώρα και είχε υπηρεσία στο Υγειονομείο. Ο Γιαννιός πειράχτηκε, γιατί είχε αρχίσει να του αρέσει αυτό το παιχνίδι που έκαναν οι δυο τους με τα μάτια και σκέφτηκε πως δεν θα την ξανάβλεπε. Νόμισε πως αυτό ήταν το τέλος σε κάτι που πήγαινε να μοιάσει με ακοστάρισμα, αλλά ήταν μόλις η αρχή.  Σελ 119-120

Η κυρία Τζένη Μανάκη με τον Δημήτρη Στεφανάκη στην 19η ΔΕΒΘ, Αίθουσα ΒΑΒΕΛ - 5/5/23«ΜΙΝΩΤΑΥΡΟΣ» - Το νέο μυθιστόρημα του Δημήτρη Στεφανάκη - Εκδόσεις Μεταίχμιο - metaixmio.grΟ Μινώταυρος του Δημήτρη Στεφανάκη στη ΔΕΒΘ 5/5/23

Αναρτήθηκε από: Dimitris Stefanakis

Ο Δημήτρης Στεφανάκης γεννήθηκε το 1961. Σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας. Είναι συγγραφέας δώδεκα μυθιστορημάτων και ενός δοκιμίου. Έχει... Διαβάστε περισσότερα...

Comments - Σχόλια

Share this Post:

Συνεχίστε την ανάγνωση...