«Η Αλεξάνδρεια των ποιητών και μυθιστοριογράφων, μια λέξη οικεία, αλλά ταυτόχρονα βαρυσήμαντη και σαγηνευτική» - Συνέντευξη στον Λοΐζο Ασβεστά για την εφημερίδα ΘΕΣΣΑΛΙΑ, με αφορμή το «Πάντα η Αλεξάνδρεια» - e-thessalia.gr
Ο Δημήτρης Στεφανάκης μιλά στον Λοΐζο Ασβεστά - e-thessalia.gr με αφορμή το νέο του μυθιστόρημα «Πάντα η Αλεξάνδρεια». Δημοσιεύθηκε στην έντυπη εφημερίδα ΘΕΣΣΑΛΙΑ και στο e-thessalia.gr

Πολυβραβευμένος και πολυδιαβασμένος ο Δημήτρης Στεφανάκης, συγγραφέας που υπηρετεί πιστά το μυθιστόρημα ως έννοια και δημιουργία, με την ευκαιρία της παρουσίασης στον Βόλο του νέου βιβλίου «Πάντα η Αλεξάνδρεια» την Πέμπτη 13 Μαρτίου, 7 μ.μ., στον χώρο της Κεντρικής Βιβλιοθήκης του Δήμου Βόλου στο κτήριο Σπίρερ μιλά για την πόλη που σημαδεύει τη συνέχεια του μυθιστορήματός του «Μέρες Αλεξάνδρειας», για τη σχέση του με τη λογοτεχνία που του προσφέρει – όπως δηλώνει – χαρά που όσο μεγαλώνουμε γίνεται όλο και πιο απαραίτητη όπως η ζάχαρη…
Χωρίς τη λογοτεχνία μπορείτε να ζήσετε, χωρίς να διαβάζετε ή χωρίς να γράφετε;
Νομίζω πως θα μπορούσα να ζήσω, αλλά θα ήμουν λιγότερο χαρούμενος κι όσο μεγαλώνουμε η χαρά γίνεται όλο και πιο απαραίτητη στη ζωή μας όπως η ζάχαρη.
«Πάντα η Αλεξάνδρεια» είναι ο τίτλος του νέου σας βιβλίου που προσδιορίζει το περιεχόμενο όσον αφορά στην Πόλη… Προσδιορίζει παράλληλα και τη συνέχεια του βιβλίου σας «Mέρες Αλεξάνδρειας»;
Ώς έναν βαθμό, ναι, πρόκειται για τη συνέχεια. Από την άλλη όμως ο κόσμος στο νέο μυθιστόρημα είναι απλά ένας μακρινός απόηχος από τις παλιές μέρες της Αλεξάνδρειας. Η Ιστορία έχει βάλει το χεράκι της κι όλα ξαφνικά αλλάζουν. Η πόλη μεταμορφώνεται, τίποτε δεν θυμίζει το κοσμοπολίτικο τοπίο της μεσοπολεμικής εποχής και για να σημαίνει κάτι αυτό το «Πάντα η Αλεξάνδρεια» θα πρέπει κανείς να κάνει χρήση των αναμνήσεων, αλλά και των προσδοκιών που ανέκαθεν γεννούσε στον άνθρωπο το αύριο.
Θεωρείτε ότι η Αλεξάνδρεια για εσάς, για τους Έλληνες γενικότερα, έχει μιαν άλλη εγγύτητα, άλλη βαρύτητα και σημασία παρά το πέρασμα των χρόνων;
Θεωρώ ότι στην περίπτωση της Αλεξάνδρειας η λογοτεχνία έχει κάνει τη δουλειά της περισσότερο ίσως από κάθε άλλη πόλη, δημιουργώντας μια μνήμη εν μέρει πραγματική και εν μέρει επινοημένη. Με αυτή την έννοια νομίζω πως η Αλεξάνδρεια των ποιητών και των μυθιστοριογράφων είναι μια λέξη οικεία, αλλά ταυτόχρονα βαρυσήμαντη και σαγηνευτική.
Τι είναι εκείνο που γυροφέρνει έναν δημιουργό, ένα συγγραφέα εν προκειμένω, και από μια ιδέα, μια σκέψη, μια εικόνα αποκτά οντότητα, γίνεται μυθιστόρημα;
Υπάρχει πάντα μια αρχική πρόθεση, αλλά είναι αόριστη και συγκεχυμένη. Χρειάζεται να βρεις και να τοποθετήσεις τις κατάλληλες ψηφίδες στον καμβά της μυθοπλασίας, έτσι ώστε να ξαναφτιάξεις τον κόσμο από την αρχή. Αυτό ισχύει ακόμα περισσότερο σε μια πόλη σαν την παλιά Αλεξάνδρεια για την οποία κάποιοι θα νόμιζαν ότι αρκεί η μνεία της κοσμοπολίτικης πόλης. Στην πραγματικότητα όλα πρέπει να στηθούν εξαρχής με τη λογική του κινηματογραφικού σκηνικού. Άνθρωποι, δρόμοι, κτίρια, συνοικίες, μέσα μεταφοράς… όλα!
Για εσάς που οι τιμές και οι βραβεύσεις και κυρίως η αγάπη του κοινού σας έχει δώσει όσα ένας συγγραφέας επιθυμεί, να δηλώνει και να είναι συγγραφέας ζώντας από τη συγγραφή βιβλίων, πότε η διαδρομή είναι επίπονη και οδυνηρή και πότε λυτρωτική και ευτυχής;
Όσο η φιλοδοξία λειτουργεί ως προωθητική δύναμη και δεν συνδέεται με την απληστία και το παθολογικά ανικανοποίητο, όλα πάνε καλά. Στη ζωή άλλωστε τίποτα δεν είναι εύκολο. Προχωράς, γιατί δεν μπορείς να κάνεις αλλιώς, ο χρόνος τρέχει σαν ποτάμι, τρέχεις κι εσύ μαζί του, κι όταν γυρίζεις πίσω, βλέπεις πως τίποτα δεν σου χαρίστηκε. Πρέπει όμως να μάθεις να εκτιμάς όλα όσα κέρδισες, κι αυτό, πιστέψτε με, είναι το πιο δύσκολο.
Από όλα όσα έχετε δημιουργήσει ποιο ή ποια από τα βιβλία σας δικαιώνει την αρχική πρόθεση και την τελική κατάληξη;
Οι «Μέρες Αλεξάνδρειας» σίγουρα είναι ένα βιβλίο που δικαίωσε τον μόχθο και τις προσδοκίες μου. Το ίδιο ελπίζω να συμβεί και με το «Πάντα η Αλεξάνδρεια». Από την άλλη, βιβλία όπως το «Συλλαβίζοντας το καλοκαίρι» και «Στο καφενείο του Αιόλου», γράφτηκαν χωρίς να υπηρετούν καμία συνειδητή στρατηγική. Για μένα αυτό είναι ακόμα πιο σημαντικό. Ανάμεσά τους στέκει ο «Μινώταυρος» που χώρεσε ένα μέρος της οικογενειακής μου ιστορίας και αποδείχθηκε ένα ώριμο μυθιστόρημα.
Ο τόπος ορίζει τους ανθρώπους ή το αντίστροφο, καθώς η γραφή σας προσδιορίζεται από τον χώρο και τον χρόνο παρατηρώντας τις επιρροές στους ήρωές σας.
Ο τόπος και ο χρόνος μας καθορίζουν, δεν υπάρχει αμφιβολία επ’ αυτού. Οι άνθρωποι είμαστε παιδιά μιας εποχής, κι αυτή η εποχή δεν είναι μόνο ένα χρονικό διάστημα. Είναι ένας συγκεκριμένος χωροχρόνος μέσα στον οποίο κολυμπάμε όπως το έμβρυο στο αμνιακό υγρό.
Υπάρχει συνέχεια στις ιστορίες των ανθρώπων που γίνονται ήρωες στα μυθιστορήματά σας ή θεωρείτε ότι ο αναγνώστης δικαιούται ή και οφείλει τη διαχείρισή τους;
Σίγουρα υπάρχει συνέχεια, δεν θα μπορούσε να γίνει διαφορετικά. Με έχει απασχολήσει πολλές φορές αυτό το ζήτημα, αλλά κατέληξα στο ανακουφιστικό συμπέρασμα ότι πολλά πράγματα στη λογοτεχνία μπορούμε απλά να τα υπαινισσόμαστε. Όσο για τον αναγνώστη, η συμμετοχή του στον τρόπο που ωριμάζει ένα βιβλίο μέσα στα χρόνια είναι κάτι περισσότερο από πολύτιμη.
Χωρίς τη λογοτεχνία μπορείτε να ζήσετε, χωρίς να διαβάζετε ή χωρίς να γράφετε;
Νομίζω πως θα μπορούσα να ζήσω, αλλά θα ήμουν λιγότερο χαρούμενος κι όσο μεγαλώνουμε η χαρά γίνεται όλο και πιο απαραίτητη στη ζωή μας όπως η ζάχαρη.
Τι κυριαρχεί στα όνειρά σας με την ολοκλήρωση μιας μυθιστορίας;
Η επιθυμία μου να διαβαστεί πραγματικά το βιβλίο μου και να το αγαπήσουν οι αναγνώστες χωρίς καμία διαμεσολάβηση.
Τι ζητούν από εσάς οι αναγνώστες και τι ζητάτε εσείς από εμάς ως αναγνώστες;
Νομίζω πως πρόκειται για μια ενδιαφέρουσα διελκυστίνδα. Από τη μια τραβάνε οι αναγνώστες προς το μέρος του από την άλλη εγώ. Δεν είναι εύκολο να συμφωνήσουμε. Οι αναγνώστες θέλουν πάντα να τους εκπλήσσεις, οι εκπλήξεις όμως δεν είναι πάντοτε ευχάριστες.
Πληροφορίες για το βιβλίο ΕΔΩ
Comments - Σχόλια