«Μου άρεσε πάντα να προκαλώ αμηχανία στους άλλους με τις επιλογές μου» - Συνέντευξη στη Γεωργία Χάρδα - fractalart.gr
Ο Δημήτρης Στεφανάκης μιλάει στο Fractal για το νέο του βιβλίο με τίτλο «Πάντα η Αλεξάνδρεια» - Εκδόσεις ΜΕΤΑΙΧΜΙΟ - Συνέντευξη στη Γεωργία Χάρδα - fractalart.gr

«Ας δούμε την Αλεξάνδρεια σαν έναν προορισμό. Πάντα εκεί καταλήγουμε με τον έναν ή τον άλλο τρόπο. Ευτυχώς που τα μυθιστορήματα δεν τελειώνουν ποτέ, γιατί κανείς μας δεν είναι συμφιλιωμένος με τη βεβαιότητα ενός τέλους. Η ίδια η λογοτεχνία είναι μια αθεράπευτη νοσταλγία που μας δημιουργεί την ανάγκη να διηγούμαστε ιστορίες με την κρυφή, ίσως και μάταιη, ελπίδα πως κάποια μέρα θα επιστρέψουμε στη δική μας Αλεξάνδρεια»
Ο Δημήτρης Στεφανάκης μιλάει στο Fractal για το νέο του βιβλίο με τίτλο «Πάντα η Αλεξάνδρεια». Ο βραβευμένος συγγραφέας μας μεταφέρει σε έναν λογοτεχνικό κόσμο, όπου οι λέξεις αποκτούν βάθος και οι πόλεις γίνονται ζωντανοί ήρωες. Μέσα από το έργο του, η Αλεξάνδρεια ξετυλίγεται όχι μόνο σαν πόλη, αλλά και σαν σύμβολο του παρελθόντος και του παρόντος.
Από την πρώτη κυκλοφορία του μυθιστορήματος «Μέρες Αλεξάνδρειας» το 2007, που απέσπασε σημαντικά βραβεία και διεθνή αναγνώριση, έως το νέο του έργο, που επανασυστήνει την πόλη της Αλεξάνδρειας με μια νέα ματιά, ο συγγραφέας αναδεικνύει την ανθεκτικότητα της πόλης σαν έναν ζωντανό μύθο και την προσωπική του σχέση με αυτήν. Αναφέρεται στις προκλήσεις που αντιμετωπίζει στη δημιουργία πολυδιάστατων χαρακτήρων, την έννοια του «πάντα» στον τίτλο του νέου του βιβλίου, αλλά και την ιδιαιτερότητα της Αλεξάνδρειας σαν έναν μοναδικό τόπο που διαρκώς αναβιώνει μέσα από τις σελίδες του έργου του.
-Το βιβλίο σας «Μέρες Αλεξάνδρειας» εκδόθηκε πρώτη φορά το 2007 και σας χάρισε δύο σημαντικά βραβεία, μεταφράστηκε σε πολλές γλώσσες, ενώ το Γαλλικό Κράτος σας τίμησε με τα διάσημα του Ιππότη Τεχνών και Γραμμάτων. Με αφορμή την επανακυκλοφορία του πιστεύετε ότι ο χρόνος και οι εξελίξεις προσθέτουν μια νέα διάσταση στην ανάγνωσή του;
Θεωρώ ότι το ζήτημα του χρόνου είναι στην περίπτωση αυτή πιο σημαντικό από τις εξελίξεις. Οι εξελίξεις έχουν ένα νόημα αν μπορεί κανείς να τις προδιαγράψει στο έργο του, αλλιώς καλύτερα να μην ασχολείται καθόλου με αυτές. Ο χρόνος όμως κάτι προσθέτει στο πέρασμά του. Αν μη τι άλλο μας προσφέρει την αίσθηση ή έστω την ψευδαίσθηση ότι διαβάζουμε κάτι που έχει γίνει πια κλασικό.
-Είναι αλήθεια ότι οι «Μέρες Αλεξάνδρειας» αγαπήθηκαν βαθιά από το αναγνωστικό κοινό. Με την κυκλοφορία του νέου σας μυθιστορήματος «Πάντα η Αλεξάνδρεια», αισθανθήκατε ότι ίσως η μαγεία του πρώτου να κινδυνεύει να χαθεί;
Και τα δύο βιβλία αντλούν την ικμάδα τους από την ίδια ακριβώς ατμόσφαιρα. Η Αλεξάνδρεια έγινε στην ουσία η πόλη μου, καθώς χρειάστηκε να την επινοήσω εκ νέου πέρα από τον μύθο που μας κληροδότησε η καβαφική ποίηση. Με το καινούργιο μυθιστόρημα ήταν σαν να έβαλα το κλειδί στην πόρτα και να μπήκα ξανά στο σπίτι της μυθοπλασίας. Το σπίτι δεν ήταν πια το ίδιο, άλλη η ιστορική πραγματικότητα στη νασερική Αλεξάνδρεια. Όμως οι δρόμοι, τα κτίρια, οι ακρογιαλιές και οι άνθρωποι, κυρίως οι άνθρωποι, δεν αλλάζουν. Τι αλλάζει; Ίσως ο ορίζοντας που τώρα ήταν ένας ορίζοντας φυγής. Το «Πάντα η Αλεξάνδρεια» είναι πάνω απ’ όλα μια επιστροφή και νιώθω πως η επιστροφή αυτή έγινε στην ώρα της, χωρίς βιασύνη και υπολογισμό.
-Ο τίτλος «Πάντα η Αλεξάνδρεια» έχει μια έντονη συναισθηματική και χρονική διάσταση. Τι σημαίνει για εσάς η έννοια του «πάντα» σε σχέση με την πόλη;
Ο τίτλος ενός βιβλίου είναι όπως το ονοματεπώνυμό μας. Έχει περίπου την ίδια συναισθηματική βαρύτητα. Αλλά ενώ αισθάνομαι τι σημαίνει για μένα να λέγομαι Δημήτρης Στεφανάκης δεν μπορώ να το εξηγήσω. Το ίδιο πρέπει να συμβαίνει και με τον τίτλο του βιβλίου μου, για να είναι εύστοχος.
-Η Αλεξάνδρεια στο έργο σας αποτυπώνεται σαν μια πόλη με έντονο κοσμοπολίτικο χαρακτήρα. Υπάρχει κάποια προσωπική σύνδεση ή εμπειρία που σας ώθησε να δημιουργήσετε αυτή την ατμόσφαιρα τόσο πιστά και με τόσες λεπτομέρειες;
Η συγγραφή των δύο μυθιστορημάτων ήταν για μένα μια πρωτόγνωρη εμπειρία φιλίας και προσφοράς, με την έννοια πως υπήρξαν άνθρωποι, όπως ο Νικήτας ο Βοστάνης που μοιράστηκαν μαζί μου το πολύτιμο βίωμα να ζεις σε αυτή την πόλη. Μου ταιριάζει η αισθητική και η ιστορία της Αλεξάνδρειας, καθώς είναι απαλλαγμένη από την αλυτρωτική αγωνία που βαραίνει άλλες μητροπόλεις της Μεσογείου. Θεωρώ πως μπορείς να την κάνεις δική σου πιο εύκολα από ό,τι την Κωνσταντινούπολη ή τη Σμύρνη. Ταυτόχρονα όμως είναι και πιο δύσκολη στη σύλληψή της.
-Στο βιβλίο σας, οι γυναικείοι χαρακτήρες είναι εξαιρετικά πολυσύνθετοι, όπως η Δάφνη Xάραμη. Ποια είναι η μεγαλύτερη πρόκληση που αντιμετωπίζετε όταν γράφετε έναν γυναικείο χαρακτήρα με τόσες αντιφάσεις και βάθος;
Η μεγαλύτερη πρόκληση ισοδυναμεί με τον ορατό κίνδυνο να αποτύχω. Οι γυναικείοι χαρακτήρες στη λογοτεχνία, όπως και στην πραγματικότητα, είναι υπερβολικά σύνθετοι και αντιφατικοί για το μυαλό ενός άντρα συγγραφέα. Δεν ξέρω αν είμαι σε θέση να φωτίσω κάθε πτυχή ενός γυναικείου χαρακτήρα. Όσα δεν καταφέρνω να κατανοήσω στις ηρωίδες μου τα αποδίδω σε ένα πέπλο μυστηρίου που τις περιβάλλει.
-Πώς η Δάφνη αναγνωρίζει την κληρονομιά της, τόσο τη συναισθηματική όσο και την υλική, και πώς διαχειρίζεται τη μετάβαση από το «χθες» στο «σήμερα» σε έναν κόσμο που καταρρέει;
Η Δάφνη βρίσκεται στην κατάλληλη ηλικία για να δράσει. Το «χθες» ανήκει σε όλους εκείνους που το έζησαν, αλλά τώρα έχουν αποσυρθεί από το αφηγηματικό προσκήνιο. Στο «σήμερα» εκείνη απομένει τρομακτικά μόνη απέναντι σε έναν κόσμο που καταρρέει με τον ταχύ ρυθμό της Ιστορίας. Η μοναδική κληρονόμος αναγνωρίζει ως περιουσία της όχι μόνο τα υλικά αγαθά, αλλά και τις αναμνήσεις της που τις ζωντανεύει μέσα από νοερές συνομιλίες με ανθρώπους που έχουν πια πεθάνει ή είναι φευγάτοι από καιρό.
-Αντικρίζοντας την Αλεξάνδρεια που αναδύεται σε έναν κόσμο γεμάτο αλλαγές, πόσο σημαντική θεωρείτε την προσωπική ελευθερία και ανεξαρτησία της Δάφνης στην πλοκή του έργου;
Η Δάφνη χειραφετείται αναγκαστικά με όσα συμβαίνουν γύρω της. Και από αυτή την άποψη η συμφορά αποδεικνύεται κι ένα είδος ευλογίας για αυτήν. Ο άνθρωπος ζει και μεγαλώνει για τη στιγμή που θα απελευθερωθεί από όλα, ακόμα και από τους γονείς του. Ίσως από εκείνη τη στιγμή και πέρα ζει πραγματικά.
-Η γραφή σας είναι γεμάτη με ηθικές αντιφάσεις και έντονα συναισθηματικά στοιχεία. Πώς καταφέρνετε να διαχειριστείτε τόσο περίπλοκους χαρακτήρες και καταστάσεις, χωρίς να παρασύρεστε σε υπερβολές ή αντιφάσεις;
Κι όμως παρασύρομαι συχνά σε υπερβολές, πιθανόν και σε αντιφάσεις. Απλά έχω επιφορτίσει τον εαυτό μου να με επαναφέρει στην τάξη. Δεν είναι εύκολο, αλλά αν θέλεις μια λογοτεχνία χωρίς υπερβολές πρέπει να μάθεις να τις διακρίνεις πρώτα στα δικά σου γραπτά.
-Ποιον ρόλο παίζει το ιστορικό πλαίσιο στην εξέλιξη των χαρακτήρων σας, ειδικά σε ένα τόσο ταραγμένο πολιτικό και κοινωνικό σκηνικό;
Η Ιστορία είναι ένα αναγκαίο κακό. Την υφίστασαι, σε ακολουθεί και σε καθορίζει είτε ως πραγματικότητα είτε ως πλαίσιο για να γράψεις ένα μυθιστόρημα. Ακολουθώντας το παράδειγμα του Ντοστογιέφσκι οι περισσότεροι συγγραφείς τείνουμε να ωθούμε τα πράγματα στα άκρα και σε αυτό δεν κάνουμε εξαίρεση στις ιστορικές συνθήκες, το αντίθετο θα έλεγα.
-Η φράση στο τέλος του βιβλίου «θα έχουμε κάθε λόγο να νοσταλγούμε τα παλιά και να διηγούμαστε ιστορίες, ελπίζοντας πως μια μέρα θα επιστρέψει ο καθένας μας στη δική του Αλεξάνδρεια» μου άρεσε ιδιαίτερα. Πιστεύετε ότι αυτή η νοσταλγία για την Αλεξάνδρεια αντικατοπτρίζει την ανάγκη για επιστροφή σε κάτι πιο αυθεντικό ή ίσως σε κάτι που έχει χαθεί με το πέρασμα του χρόνου;
Ας δούμε την Αλεξάνδρεια σαν έναν προορισμό. Πάντα εκεί καταλήγουμε με τον έναν ή τον άλλο τρόπο. Ευτυχώς που τα μυθιστορήματα δεν τελειώνουν ποτέ, γιατί κανείς μας δεν είναι συμφιλιωμένος με τη βεβαιότητα ενός τέλους. Η ίδια η λογοτεχνία είναι μια αθεράπευτη νοσταλγία που μας δημιουργεί την ανάγκη να διηγούμαστε ιστορίες με την κρυφή, ίσως και μάταιη, ελπίδα πως κάποια μέρα θα επιστρέψουμε στη δική μας Αλεξάνδρεια.
-Η Αλεξάνδρεια, όπως την αποτυπώνει ο Καβάφης στο έργο του, έχει ιδιαίτερη σημασία για πολλούς. Θα μπορούσατε να μας εξηγήσετε πώς επηρεάζει την προσέγγισή σας και την αφήγησή σας και ποια είναι η σχέση σας με την πόλη και πώς την αντιλαμβάνεστε προσωπικά;
Η καβαφική Αλεξάνδρεια είναι μια πόλη ανύπαρκτη, όπως οφείλει να είναι κάθε πόλη που επινοείται από έναν μεγάλο ποιητή. Ο Καβάφης μάς έδειξε τον τρόπο που πρέπει να προσεγγίσουμε την πόλη του, περισσότερο σαν φαντασίωση και λιγότερο σαν ιστορική συνθήκη. Προσωπικά η δική μου Αλεξάνδρεια είναι όλα εκείνα τα πρόσωπα, φανταστικά και πραγματικά, που μου την αποκάλυψαν.
-Το έργο σας, με τις πολυάριθμες μεταφράσεις του σε διάφορες γλώσσες και τις διεθνείς βραβεύσεις που έχετε λάβει έχει καταφέρει να ξεπεράσει τα σύνορα της ελληνικής λογοτεχνίας. Τι σημαίνει αυτό για εσάς;
Μου χαρίζει πάντα ένα χαμόγελο ικανοποίησης για το χτες και αισιοδοξίας για το αύριο. Κατά τα άλλα η δουλειά συνεχίζεται. Έχω πάντα κατά νου τα λόγια του Μπένγιαμιν: «Η μεγαλοφυΐα είναι μόχθος». Και λέω συχνά στον εαυτό μου πως αν μη τι άλλο έχω μοχθήσει.
-Η πορεία σας στη λογοτεχνία είναι πολυδιάστατη. Πώς θεωρείτε ότι η διαφορετικότητα αυτών των έργων συνεισφέρει στην εξέλιξή σας;
Η αλήθεια είναι ότι ποτέ δεν στέκομαι στο ίδιο σημείο, ακόμα και αν χρειαστεί να κάνω βήματα προς τα πίσω, που κι αυτά κατά κάποιο τρόπο λογίζονται ως βήματα προόδου. Θα σας πω όμως και κάτι άλλο: Μου άρεσε πάντα να προκαλώ αμηχανία στους άλλους με τις επιλογές μου. Αυτό το κουσούρι που με ακολουθεί και στη λογοτεχνία με βοηθά να εξελιχθώ ή έτσι τουλάχιστον νομίζω.
Συνέντευξη στη Γεωργία Χάρδα - fractalart.gr
ΠΗΓΗ: https://www.fractalart.gr/dhmitris-stefanakis/
Περισσότερα για τα βιβλία ► ΠΑΝΤΑ Η ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑ και ΜΕΡΕΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑΣ
Comments - Σχόλια