Δημοσίευμα

Δημήτρης Στεφανάκης: «Θήτευσα και θητεύω ακόμα στην αμφιβολία»

www.pelop.gr - από την εφημερίδα «ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΣ»
Δημήτρης Στεφανάκης: «Θήτευσα και θητεύω ακόμα στην αμφιβολία»

Συνέντευξη στην Κρίστυ Κουνινιώτη
Επέλεξε την Πάτρα ως αφετηρία της σειράς των παρουσιάσεων του νέου του βιβλίου «Πώς η λογοτεχνία σού αλλάζει τη ζωή» (εκδ. «Ψυχογιός») εξ ου και βρέθηκε στο «Βυζαντινό» την Πέμπτη 4 Φεβρουαρίου. Ο Δημήτρης Στεφανάκης μιλάει στην «ΠτΚ» για τη «γέννηση» του βιβλίου του, τονίζει την αξεπέραστη αξία των κλασικών συγγραφέων, αποκαλύπτει τις αλλαγές που έχει επιφέρει η λογοτεχνία στον ίδιο. Δηλώνει δε έτοιμος να ανταποκριθεί σε μια διαπίστωση-πρόκληση του Γκαίτε.
«Πώς αλλάζει τη ζωή μας η λογοτεχνία». Δοκίμιο με διάθεση εξομολογητική. Από ποια ανάγκη σας «γεννήθηκε»;

Ηθελα για μια φορά να δώσω πρωταγωνιστικό ρόλο στην ίδια τη λογοτεχνία και στους αναγνώστες της. Στο κάτω κάτω της γραφής κι εγώ ο ίδιος είμαι πρωτίστως αναγνώστης. Από την άλλη δεν κρύβω ότι είχα ανέκαθεν θεωρητικές ανησυχίες. Υπήρχαν ζητήματα για τα οποία ήθελα να συνομιλήσω σε πρώτο πρόσωπο με όσους αγαπούν τα βιβλία.

Ομολογείτε ότι στα δεκαοκτώ σας συγχέατε τη λογοτεχνία με οιοδήποτε άλλο γνωστικό αντικείμενο, εξ ου και η -προσωρινή- ρήξη σας μαζί της. Η σχέση της με τους σημερινούς εφήβους υφίσταται χειρότερες πιέσεις, λέτε;
Η λογοτεχνία δεν είναι για όλους. Αυτή είναι η αλήθεια, όσο κι αν μας πληγώνει. Η σχέση μας με τα βιβλία μεστώνει με τα χρόνια. Δεν έχω απαίτηση από τη σημερινή νεολαία να καταβροχθίζει το ένα βιβλίο μετά το άλλο. Πέρα από τη λογοτεχνία, υπάρχει η ζωή κι αυτό πρωτίστως πρέπει να αναζητά κανείς. Αφήνω πως αρκετοί νέοι διαβάζουν και μάλιστα με πιο γόνιμο τρόπο από ό,τι η δική μου γενιά. Πρέπει, επιτέλους, να αντιληφθούμε ότι η λογοτεχνία δεν έχει ανάγκη το αναγνωστικό κοινό, αλλά το αντίθετο. Εμείς έχουμε την ανάγκη της.

Θίγετε, μεταξύ άλλων, το «αμάρτημα» της γλωσσικής εκζήτησης και ακατανοησίας, στο οποίο υποπίπτουν κάποιοι συγγραφείς χάριν εντυπωσιασμού. Πόσο επικίνδυνο είναι;
Δυστυχώς, πρόκειται για παγίδα, στην οποία όλοι λίγο πολύ έχουμε πέσει κατά καιρούς. Δεν εξαιρώ τον εαυτό μου από τις συγγραφικές αμαρτίες. Πρέπει απλώς να μη λησμονούμε την ουσία των πραγμάτων: Γιατί γράφουμε, τι σημαίνει λογοτεχνία και λογοτεχνική γλώσσα, τι είναι σημαντικό και τι επουσιώδες…

«Πολιτική, θρησκεία, επιστήμη και Ιστορία» γράφετε «αντιμετωπίζουν τη λογοτεχνία ως ένα είδος τσαρλατανισμού», ενώ οι ίδιες «οδηγούν σε χρεοκοπία τα μελλοντικά μας οράματα». Πού έγκειται αυτή η απαξίωση εκ μέρους τους;
Νομίζω ότι δίνεται μεγάλη σημασία στην επιστημονική ακρίβεια, στο δόγμα, στην εξουσία και στη λεγόμενη ιστορική αλήθεια. Επιτρέψτε μου να πω ότι όλα αυτά είναι αυθαίρετα σχήματα. Η επιστημονική ακρίβεια αναιρείται την επόμενη στιγμή, το δόγμα οδηγεί σε καθολικά εγκλήματα, η εξουσία γίνεται ανάλγητη και βάναυση και η ιστορική αλήθεια… είναι ένα ωραίο κατασκεύασμα, μεγαλύτερο παραμύθι από την ίδια τη λογοτεχνία.

Δηλώνετε απερίφραστα την αγάπη σας για τους κλασικούς, κάνοντας λόγο για την «ανεξίτηλη γοητεία του παλιού». Εχει συμβεί να τους «νιώσετε» πλάι σας ή να «επισκεφθούν» τη σκέψη σας όταν γράφετε;
Κανείς δεν πάει μακριά χωρίς τους κλασικούς. Χωρίς καμιά δόση υπερβολής αυτό είναι το μικρό μυστικό κάθε σημαντικού λογοτέχνη σήμερα. Εχω πει, και δεν το παίρνω πίσω, πως στην εποχή μας κανείς δεν γίνεται μεγάλος συγγραφέας από τύχη. Προαπαιτείται η βαθιά γνώση όσων έχουν προηγηθεί στη παγκόσμια σκηνή της λογοτεχνίας. Υστερα ο καθένας ας τραβήξει τον δικό του δρόμο.

Κάθε βιβλίο απαιτεί θυσίες και κόπους, γράφετε, συμπληρώνοντας ότι ο συγγραφέας τα λησμονεί για να τα θυμηθεί στο αμέσως επόμενο. Θυμίζει ωδίνες τοκετού που ξεχνιούνται κάθε φορά…
Δεν θα μπορούσα να βρω καλύτερη παρομοίωση, πιστέψτε με. Είναι ένα διαρκές βάσανο η δημιουργία, μια πύρρειος νίκη, με πολλές μάχες χαμένες. Το παράξενο είναι πόσο γρήγορα ξεχνάμε αυτό το σισύφειο μαρτύριο και ξαναμπαίνουμε στη μάχη ή μήπως ο δημιουργός είναι ο Σίσυφος του μύθου;

Ο «Ζορμπάς», ο νεοέλληνας και ο Γκαίτε
Στο κεφάλαιο για τη μοντέρνα ποίηση, κάνετε λόγο για εχθρική αντιμετώπιση της δημιουργίας «που αρνείται να πάει με τα νερά μας», που ενοχλεί «τις ναρκωμένες συνειδήσεις μας». Πιστεύετε ότι αυτό είναι ένα από τα προβλήματα του σύγχρονου Ελληνα;

Η νεοελληνική πραγματικότητα είναι αναμφίβολα κοινότοπη και ισοπεδωτική: Ενα ανούσιο τηλεοπτικό πεδίο μέσα στο οποίο θριαμβεύει η μακάρια μικροαστική μας συνείδηση. Νομίζω ότι αυτό που ονομάζουμε οικονομική κρίση είναι μόνο η κορυφή του παγόβουνου. Εχουμε χάσει από καιρό την εθνική μας ηθική, την έμπνευση και την αισθητική μας. Βιώνουμε τη βαθύτερη κρίση αξιών σε κάθε τομέα -από την πολιτική μέχρι τη λογοτεχνία. Κοντολογίς, κάποιοι διάβασαν με λάθος τρόπο τον «Ζορμπά» του Καζαντζάκη.

Η εικόνα της Ελλάδας, σήμερα, τι συναισθήματα σας προκαλεί; Σωτηρία υπάρχει;
Στον Νεοέλληνα δεν αγαπώ αυτό που δείχνει, αλλά αυτό που είναι. Αγαπώ τη ζεστασιά της ψυχής του, τον ανθρωπισμό που βγάζει αναπάντεχα, τη μεσογειακή του αναρχία, την επινοητικότητά του, το σκληρό μέταλλο από το οποίο είναι φτιαγμένος. Αυτά τα στοιχεία, ναι, υπόσχονται τη σωτηρία μας.

Στη σημερινή πνιγηρή καθημερινότητα, αφήνεται χώρος στη λογοτεχνία να χαρίσει το ανακουφιστικό της χάδι; Της ανήκει το μέλλον, πιστεύετε;
Αν η λογοτεχνία έχει μέλλον, αυτό είναι το παρελθόν της. Δεν θα πάψουμε ποτέ να διαβάζουμε τους παλιούς και μέσα από αυτούς να οραματιζόμαστε το δικό μας αύριο. Δεν έχει τόση σημασία τι θα γραφτεί στο εξής, όσο ο τρόπος που θα διαβάσουμε τα μεγάλα που έχουν ήδη γραφτεί.

Η λογοτεχνία δεν μπορεί να αλλάξει τον κόσμο, μπορεί να αλλάξει τον άνθρωπο, γράφετε. Εσείς ποιες αλλαγές σας της οφείλετε;
Θήτευσα και θητεύω ακόμα στην αμφιβολία, διδάχτηκα την αισθητική της σκέψης και της γλώσσας, έφτασα ύστερα από τόσα χρόνια να χαμηλώνω την εσωτερική μου φωνή όταν μιλώ κι όταν γράφω. Κάθε φορά που διαβάζω ένα σπουδαίο βιβλίο αντιλαμβάνομαι πως γνωρίζω λιγότερα από όσα νόμιζα. Εμαθα πια πως η λογοτεχνία δεν σημαίνει επ' ουδενί φτηνή συνθηματολογία και ανταλλαγή μηνυμάτων με τους αναγνώστες. Η ζωή δεν είναι ένα πρόβλημα που λύνεται με μαθηματικές πράξεις ή με τσιτάτα ευφάνταστων συγγραφέων.

Υπάρχει, αυτό τον καιρό, «ατίθασος ήρωας», που σας ζητά να μεταπηδήσει από το «απέραντο εργοτάξιό» σας στην επόμενη ιστορία σας;
Ναι, υπάρχει και μάλιστα είναι ένας αντιήρωας που απαιτεί να εκφραστεί με τους δικούς του όρους, όρους που παλιότερα δεν θα μπορούσα να δεχτώ. Βλέπετε, με τα χρόνια, η λογοτεχνία σε διδάσκει να μην αποκλείεις τίποτα ακόμα. Ο Γκαίτε ισχυρίζεται: «Δεν βλέπω κανένα σφάλμα που δεν θα μπορούσα να το είχα κάνει κι εγώ». Η σοφή αυτή διαπίστωση είναι μια πρόκληση στην οποία νιώθω πως ήρθε ο καιρός να απαντήσω.
ΠΗΓΗ: http://www.pelop.gr/?page=article&DocID=262577&srv=26

Αναρτήθηκε από: Dimitris Stefanakis

Ο Δημήτρης Στεφανάκης γεννήθηκε το 1961. Σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας. Είναι συγγραφέας δώδεκα μυθιστορημάτων και ενός δοκιμίου. Έχει... Διαβάστε περισσότερα...

Comments - Σχόλια

Share this Post:

Συνεχίστε την ανάγνωση...