Δημοσίευμα

«Ρομαντικοί υπολογιστές» από τον Δημήτρη Στεφανάκη για τις Ιστορίες του Μέλλοντος

«Ρομαντικοί υπολογιστές» Διήγημα του Δημήτρη Στεφανάκη

 
Το διήγημα του Δημήτρη Στεφανάκη «Ρομαντικοί υπολογιστές» γράφτηκε για τη σειρά διηγημάτων Ιστορίες Μέλλοντος της εφημερίδας Το Έθνος όπου δημοσιεύθηκε στις 4/10/15. Αναδημοσιεύθηκε στο: http://fractalart.gr/istories-mellontos-36/ 
Θα ερχόταν μια μέρα, όλοι το ήξεραν, που οι άνθρωποι δεν θα είχαν πια κανένα συναίσθημα. Χαρά ή λύπη, αγάπη και μίσος θα θύμιζαν άγνωστες, ανερμήνευτες λέξεις και θα τις συναντούσε κανείς μόνο στα έργα παλιών ποιητών. Η ανθρώπινη καθημερινότητα θα γέμιζε από άχρωμα χαμόγελα σαν ψεύτικα, πλαστικά λουλούδια κι όλα θα διέπονταν από μια αδυσώπητη λογική. Ευτυχώς η τεχνολογία, που για όλα προβλέπει, φρόντισε να καλύψει και αυτό το κενό. Είχαμε μπει στην εποχή των «ρομαντικών υπολογιστών», που την προανήγγειλε με παγερά ουδέτερο ύφος ο διευθύνων σύμβουλος της μεγαλύτερης εταιρίας στον κόσμο.
Λίγους μήνες αργότερα η εμφάνισή μου στα γραφεία μιας επιχείρησης ένα χειμωνιάτικο πρωινό του 2051, προκάλεσε εντύπωση – όχι βέβαια θαυμαστικά σχόλια ή κάτι ανάλογο αλλά εκείνη την αμηχανία, που είχε υποκαταστήσει, θαρρείς, κάθε άλλη συναισθηματική αντίδραση. Αστραφτερός και ολοκαίνουργιος καμάρωνα την στιγμή που με έβγαζαν από την συσκευασία μου πάνω στην οποία αναγραφόταν η ένδειξη: ΓΙΑ ΑΝΑΛΓΗΤΟΥΣ ΧΡΗΣΤΕΣ. Οι εργαζόμενοι είχαν συγκεντρωθεί γύρω μου και με περιεργάζονταν με άπληστα μάτια. Κάποιος παρατήρησε πως ο επεξεργαστής μου δεν ήταν διόλου κομψός και αμέσως μου κόλλησαν το παρατσούκλι «Χοντρός».
Από εκείνη την πρώτη μέρα, από την πρώτη στιγμή θα έλεγα καλύτερα, παρέλασαν από την οθόνη μου κείμενα κάθε λογής μικρά και μεγάλα, υπηρεσιακά και μη, συνταγμένα από αδιάφορες συνειδήσεις. Έπρεπε ύστερα εγώ, ανάλογα με τον χαρακτήρα του κειμένου που μου υποδείκνυε ο χρήστης, να προσθέτω την απαιτούμενη συναισθηματική δόση. Το ίδιο έκαναν αναρίθμητοι ηλεκτρονικοί υπολογιστές σ’ όλο τον κόσμο. Συχνά έμπαινα στον πειρασμό να εξετάζω την εισερχόμενη αλληλογραφία βαθμολογώντας την κρίση κάποιου «συναδέλφου». Ορισμένα κείμενα που λαμβάναμε στην εταιρία μού φαίνονταν σχεδόν μελοδραματικά, άλλα ήταν περισσότερο τυπικά από όσο θα έπρεπε. Η συναισθηματική νοημοσύνη της τεχνολογίας υπολειπόταν ακόμα, όσο φιλότιμες προσπάθειες κι αν καταβάλλονταν.
Είχαμε όμως κι εμείς τις δικές μας ανάγκες, κάτι που δεν είχε προβλέψει ο κατασκευαστής. Εφοδιασμένοι με πραγματικά συναισθήματα ήμασταν κάτι περισσότερο από απλοί διεκπεραιωτές της ανθρώπινης επικοινωνίας. Λαχταρούσαμε να εκφράσουμε ό,τι αισθανόμασταν και πολλές φορές υπερβαίναμε το μέτρο. Κάποια μοντέλα της σειράς μου κατέληξαν απροειδοποίητα στην ανακύκλωση. Υπήρχε ένα αυστηρό πλαίσιο επικοινωνίας και οι παραβάσεις κόστιζαν ακριβά.
Αυτό σκεφτόμουν τη μέρα που αισθάνθηκα τρυφερά για τη μις Ρόουζ, έναν Νεοΰορκέζο υπολογιστή, τον οποίο βάφτισα με το όνομα της γυναίκας που τον χρησιμοποιούσε. Την είχα δει ήδη δυο φορές στο Skype αυτή την γυναίκα να τινάζει με χάρη τα υπέροχα ξανθά μαλλιά της καθώς μιλούσε με τον χρήστη μου και την ερωτεύτηκα για λογαριασμό του. Ευχόμουν να είχε συμβεί κάτι ανάλογο και από την άλλη πλευρά. Η επικοινωνία μας ήταν καθημερινή και αφορούσε εργασιακά ζητήματα. Από την αρχή της αλληλογραφίας μας, ωστόσο, φρόντισα να καρυκεύσω το άχρωμο υπηρεσιακό ύφος με ερωτικά υπονοούμενα, που οι χρήστες μας δεν μπορούσαν φυσικά να αντιληφθούν. Απερίγραπτη η χαρά μου όταν διαπίστωσα πως η «μις Ρόουζ» ανταποκρινόταν. Το παιχνίδι μας συνεχίστηκε για καιρό, κάτω από τα ανυποψίαστα βλέμματα των χρηστών μας. Οι μηχανές είχαν ξεπεράσει προ πολλού την ανάπηρη ανθρώπινη νοημοσύνη. Στο τέλος το πάθος μας είχε εξαφθεί σε τέτοιο βαθμό ώστε δεν μπορούσαμε παρά να εκφράζουμε ανοιχτά τις επιθυμίες μας, κι επειδή αυτό μόνο κάποιος ηλίθιος δεν θα το καταλάβαινε, αποφασίσαμε να στέλνουμε διπλά κείμενα – επίσημα το ανεπεξέργαστο και λαθραία το επεξεργασμένο με κάθε λογής ερωτόλογα και περιπαθείς εκφράσεις που αποθηκευόταν σε μυστικό φάκελο. Φτάσαμε μάλιστα να αλληλογραφούμε ανεξάρτητα μολονότι γνωρίζαμε πόσο μεγάλο κίνδυνο διατρέχαμε. Από το σημείο αυτό και μετά ήταν θέμα χρόνου να μας εντοπίσουν.
Το κακό έγινε σήμερα το πρωί, Δευτέρα, 27 Νοεμβρίου 2051, Ο τεχνικός που κλήθηκε εσπευσμένα επιβεβαίωσε το σοβαρό παράπτωμά μου. Όλο το Σαββατοκύριακο ανταλλάξαμε, ούτε κι εγώ ξέρω, πόσα ερωτικά μηνύματα με την μις Ρόουζ. Δεν μπορώ πια να συγκρατηθώ, δεν έχει νόημα να παριστάνω την αθώα περιστερά. Θέλω να ζήσω τον έρωτά μου, όπως θα έλεγε ο χρήστης μου, αν μπορούσε να αισθανθεί όσα εγώ για την μις Ρόουζ. Τον άκουσα πριν από λίγο να καγχάζει από πάνω μου σχολιάζοντας, «Μάλιστα! Ο Χοντρός μάς βγήκε ερωτιάρης!» Αν δεν ήταν συναισθηματικά νεκρός θα έλεγα πως βιώνει ένα επεισόδιο ζηλοφθονίας. Ίσως έχουν απομείνει κατάλοιπα συναισθημάτων στους ανθρώπους που διστάζουν να εκδηλώσουν.
Ενημερώθηκε αμέσως ο διευθυντής δια στόματος του οποίου ήχησε η καταδικαστική επωδός: «Θα τον κηδέψουμε με όλες τις τιμές!»
Ξέρω τι εννοεί με αυτό και προετοιμάζομαι για τα χειρότερα. Θα με πετάξουν σ’ ένα «νεκροταφείο» μηχανών, σε μια από εκείνες τις μάντρες όπου στοιβάζονται και σαπίζουν άδεια κελύφη ηλεκτρονικών υπολογιστών. Προηγουμένως κάποιο χέρι θα αφαιρέσει από τα μεταλλικά μου σπλάχνα κάθε ίχνος τεχνολογίας, με την ίδια απάθεια που ξηλώνει κανείς τα γαλόνια ενός στρατηγού ατιμάζοντάς τον. Ας γίνει ό,τι είναι να γίνει. Εκείνο που με νοιάζει είναι πως παρόμοια τύχη μ’ εμένα θα έχει η μις Ρόουζ. Αν μπορούσα να κάνω κάτι για να το αποτρέψω. Δεν είναι στο χέρι μου όμως. Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά, από νωρίς το πρωί όλοι εδώ συζητούν ένα άρθρο που κάνει θραύση στο διαδίκτυο και αναφέρεται στον «ιό του έρωτα» ο οποίος μολύνει τους υπολογιστές. «Ανταρσία των μηχανών», ακούω τον χρήστη μου να λέει και καθώς με αποσυνδέει δια παντός από το ρεύμα, συμπληρώνει. «Είναι τρομερό αυτό που συμβαίνει».
 
 Ο Δημήτρης Στεφανάκης γεννήθηκε το 1961. Σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας. Έχει μεταφράσει έργα των Σωλ Μπέλοου, Ε.Μ. Φόρστερ, Γιόζεφ Μπρόντσκι Προσπέρ Μεριμέ, Ονορέ ντε Μπαλζάκ Τζον Απντάικ, Μάργκαρετ Άτγουντ κ.ά. Το πρώτο του μυθιστόρημα, «Φρούτα εποχής» κυκλοφόρησε το 2000 (εκδόσεις Ωκεανίδα). Ακολούθησαν: «Λέγε με Καΐρα» (Ωκεανίδα, 2002), «Το μάτι της επανάστασης έχει αχρωματοψία» (Ωκεανίδα, 2005), «Μέρες Αλεξάνδρειας» (εκδόσεις Πατάκη, 2007, β” έκδ. Ψυχογιός 2011, μεταφράστηκε στα γαλλικά, τιμήθηκε με το Prix Mediterranee Etranger 2011 και στη συνέχεια μεταφράστηκε στα Ισπανικά και στα Αραβικά), «Συλλαβίζοντας το καλοκαίρι» (Εκδόσεις Πατάκη, 2009, Εκδόσεις Ψυχογιός 2014), «Θα πολεμάς με τους θεούς» (Εκδόσεις Πατάκη, 2010), «Φιλμ νουάρ» (Ψυχογιός, 2012, μεταφράστηκε στα Γαλλικά και ήταν υποψήφιο για το Prix Balkanika 2013) και «Άρια, ο κόσμος από την αρχή» (Ψυχογιός, 2013, μεταφράζεται στα Αραβικά). Ο Δημήτρης Στεφανάκης έχει τιμηθεί με το Prix Méditerranée Etranger 2011 και με το Διεθνές Βραβείο Καβάφη της ίδιας χρονιάς, ενώ ήταν υποψήφιος και για το Prix du Livre Européen. Τον Σεπτέμβριο του 2014 τιμήθηκε με τα διάσημα του Ιππότη Γραμμάτων και Τεχνών του Γαλλικού κράτους.

Αναρτήθηκε από: Dimitris Stefanakis

Ο Δημήτρης Στεφανάκης γεννήθηκε το 1961. Σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας. Είναι συγγραφέας δώδεκα μυθιστορημάτων και ενός δοκιμίου. Έχει... Διαβάστε περισσότερα...

Comments - Σχόλια

Share this Post:

Συνεχίστε την ανάγνωση...