Δημοσίευμα

«Νομίζω ότι τους σπουδαίους άντρες, όπως και τις σπουδαίες γυναίκες, τους γεννούν οι εποχές και όχι οι τόποι» - Συνέντευξη στην Τζένη Μανάκη - fractalart.gr

13 + 1 ερωτήσεις για ένα νέο βιβλίο και τον συγγραφέα του - ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΣΤΕΦΑΝΑΚΗΣ, ΜΙΝΩΤΑΥΡΟΣ, Εκδόσεις: ΜΕΤΑΙΧΜΙΟ - Συνέντευξη στην Τζένη Μανάκη - fractalart.gr
«Νομίζω ότι τους σπουδαίους άντρες, όπως και τις σπουδαίες γυναίκες, τους γεννούν οι εποχές και όχι οι τόποι» - Συνέντευξη στην Τζένη Μανάκη - fractalart.gr

«Όλοι κουβαλάμε μέσα μας την γλώσσα του σπιτιού μας. Τις γλωσσικές συνήθειες των γονιών μας, τον ιδιαίτερο ρυθμό και τον γλωσσικό πλούτο που αποταμιεύει κάθε οικογένεια με τα χρόνια. Από αυτή τη γλώσσα δημιουργούμε το «προσωπικό» μας ιδίωμα.»

 Ο ΔΗΜΉΤΡΗΣ ΣΤΕΦΑΝΑΚΗΣ γεννήθηκε το 1961. Σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας. Είναι συγγραφέας έντεκα μυθιστορημάτων και ενός δοκιμίου. Έχει μεταφράσει έργα των Σολ Μπέλοου, Ε.Μ.Φόρστερ, Γιόζεφ Μπρόντσκι, Προσπέρ Μεριμέ, Ονορέ ντε Μπαλζάκ κ.ά. Βιβλία του έχουν μεταφραστεί στα γαλλικά, στα ισπανικά, στα αραβικά και στα βουλγαρικά. Το μυθιστόρημά του Μέρες Αλεξάνδρειας έλαβε το Prix Méditeranée Etranger 2011. Ο ίδιος τιμήθηκε με το Διεθνές Βραβείο Καβάφη 2011. Το 2014 αναγορεύτηκε από το Γαλλικό κράτος Ιππότης Γραμμάτων και Τεχνών για τη συμβολή του στην ανάδειξη των Γραμμάτων και των Τεχνών στη Γαλλία και στον κόσμο.

Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου 
Κρήτη 1894. Από το σκηνικό ενός φόνου στα χωριά του νότου  ο Γιαννιός Αστάκης θα βρεθεί στο Μεγάλο Κάστρο, το Ηράκλειο Δύσης και Ανατολής, και στην αγκαλιά της Μαργώς Μποτέλλη.
Ζούμε το τέλος της Τουρκοκρατίας στο νησί που θα οδηγήσει στη σφαγή του 1898. Στον μισό αιώνα ζωής που ακολουθεί, οι πρωταγωνιστές του μυθιστορήματος θα πρέπει να ανταπεξέλθουν στις δοκιμασίες που θέτουν τα μεγάλα γεγονότα στον απλό άνθρωπο είτε αυτός ζει στο Βερολίνο, στο Παρίσι του Μεσοπολέμου ή στα χωριά της Νότιας Κρήτης. Στον λαβύρινθο του χρόνου οι μικροί ήρωες της καθημερινότητας μοιράζονται ανέμελοι τις στιγμές του ενώ στις φλέβες τους κυλά το αίμα της Ιστορίας.

Αποσπάσματα  από το βιβλίο
 “Οι άνθρωποι σκέφτονται τη λευτεριά, κι όταν σκέφτονται έτσι, κάνουν σχέδια και ορέγονται τον πλούτο. Είναι μια άλλη μορφή δουλείας, αλλά ποιος νοιάζεται;”

 “Αν ρωτούσε κανείς τη Μαργώ για τη συνάντησή της με τον Γιαννιό, θα απαντούσε πως το μόνο που της έλειψε ήταν η τραγιάσκα και το ξεκούμπωτο πουκάμισο, όλα τα άλλα ήταν στη θέση τους. Καταλάβαινε βέβαια πως ο νεαρός χαμάλης δεν θα τολμούσε να εμφανιστεί με τα ρούχα και τους τρόπους της δουλειάς, αλλά και ο άντρας με το μυτερό λουστρίνι και την αμφίεση κουστουμαρισμένου μάγκα δεν της έλεγε απολύτως τίποτα.[…] Είχε κάτι αγνό η συμπεριφορά του, που της φαινόταν όμως ανυπόφορα χωριάτικο.”

 “Ο Σήφης θεωρούσε πως τα νέα όπλα δεν θα βοηθούσαν ποσώς τον αγώνα. Ήταν πια πεπεισμένος πως μόνο μια νέα τραγωδία σαν αυτή της σφαγής στα Χανιά θα έδινε την οριστική λύση. Το έλεγε άλλωστε: “Αν δεν ματώσουν τα καλντερίμια του Μεγάλου Κάστρου, λευτεριά στην Κρήτη δεν θα δούμε”.

“ Η Μαργώ συχνά επέστρεφε σε εκείνα τα πρώτα χρόνια του Μεγάλου Κάστρου. Την έπιανε αθεράπευτη νοσταλγία όταν μιλούσε για την έπαυλή της στους Εφτά Μπαλτάδες, για την Τουρκοκρατία στο νησί, που θύμιζε παραμύθι, με τον πασά και το σεράι, τον μουεζίνη και την αγριότητα των Τουρκοκρητών, που ξεπερνούσε μάλλον και τη γερμανική βαρβαρότητα στον παρόντα πόλεμο. Δεν αναφερόταν βέβαια στις νύχτες του έρωτα με τον νεαρό Γιαννιό, αλλά ο Γερμανός τραπεζίτης μάντευε την ανατριχίλα της ερωτικής ανάμνησης στη φωνή της”.

-Κύριε Στεφανάκη, ομολογώ ότι με εντυπωσίασε ο νέος τρόπος γραφής σας στον Μινώταυρο. Είναι εκπληκτική η ευχέρεια χρήσης ενός διαφορετικού τρόπου αφήγησης στα βιβλία σας, σε σχέση πάντα με τη θεματική του, χωρίς ωστόσο να χάνεται η συγγραφική σας ταυτότητα. Έχετε δηλώσει ότι το πρώτο ψήγμα έμπνευσης για τη συγγραφή ενός τέτοιου μυθιστορήματος ήταν ο χειμαρρώδης μονόλογος της Μόλλυ, στον Οδυσσέα του Τζόις, που έγραψε, επηρεασμένος από τα γράμματα που του απηύθυνε η μητέρα του. Τελικά κληροδοτείται μεταξύ άλλων και ο οικογενειακός τρόπος γλωσσικής έκφρασης; 

Ασφαλώς. Όλοι κουβαλάμε μέσα μας την γλώσσα του σπιτιού μας. Τις γλωσσικές συνήθειες των γονιών μας, τον ιδιαίτερο ρυθμό και τον γλωσσικό πλούτο που αποταμιεύει κάθε οικογένεια με τα χρόνια. Από αυτή τη γλώσσα δημιουργούμε το «προσωπικό» μας ιδίωμα.

-Χρησιμοποιώντας ως καμβά για την ανάπτυξη της πράγματι ευφυούς μυθοπλασίας σας τη χρονική περίοδο από το 1894 μέχρι το 1949 αναφέρεστε σε ένα πολύ σημαντικό κομμάτι της Ιστορίας της Κρήτης. Τουρκοκρατία, επέμβαση των μεγάλων δυνάμεων, σφαγή του 1898. Κρητική Πολιτεία ως μεταβατικό στάδιο μέχρι την ποθούμενη Ένωση με την Ελλάδα, δύο Παγκόσμιοι Πόλεμοι και Εμφύλιος. Με ποιο σκεπτικό επιλέξατε το Ηράκλειο ως κεντρική σκηνή διαδραματισμού της πλοκής σας, και ποια η απήχηση σε ευρύτερο γεωγραφικό πλαίσιο της δράσης των ηρώων σας ή ορισμένων εξ αυτών; 

Το Ηράκλειο είναι πατρίδα όπως και να το κάνουμε. Θα ήταν δύσκολο να γράψω ένα μυθιστόρημα με άξονα την Κρήτη που να μην περιλαμβάνει τόσο το Μεγάλο Κάστρο όσο και τα χωριά του νότου, όπου γεννήθηκε και μεγάλωσε ο πατέρας μου. Από τη στιγμή λοιπόν που το Ηράκλειο πρωταγωνιστεί λίγο πολύ σε αυτό το μυθιστόρημα, προσδιορίζει ως ένα μεγάλο βαθμό τη δράση, τον χαρακτήρα και τις επιλογές των ηρώων.

-Έχετε σκιαγραφήσει τον Βενιζέλο ως προσωπικότητα στον χώρο της πολιτικής και ως άνθρωπο και στο βιβλίο σας «Φιλμ Νουάρ». Στον «Μινώταυρο» του χαρίζετε έναν επίσης σημαντικό ρόλο, χωρίς να τον αγιογραφείτε. Ποια είναι τελικά η άποψή σας για τον διακεκριμένο πολιτικό και πώς τον κρίνετε σε σχέση με τους πολιτικούς του παρόντος χρόνου; 

Ο Βενιζέλος είναι μια ιδιαίτερη περίπτωση πολιτικού κι όσο εμβαθύνει κανείς στις μέρες και στα έργα του, δεν μπορεί παρά να τον περιβάλλει με τη συμπάθεια που του αξίζει. Εκείνο που με γοητεύει περισσότερο στον Κρητικό πολιτικό είναι το γεγονός ότι δεν διστάζει να τσαλακωθεί στα μάτια της Ιστορίας. Παρουσιάζεται σαν κάποιος από μας, άλλοτε δυνατός και αποφασιστικός, άλλοτε εύθραυστος και αμφιλεγόμενος. Η διάθεσή του να αυτοσαρκάζεται σε κάθε ευκαιρία καταδεικνύει την ευφυΐα του. Δεν θα ήθελα να τον συγκρίνω με σημερινούς πολιτικούς.

-Οι χαρακτήρες της μυθοπλασίας σας είναι εντυπωσιακά αληθινοί! Με την κινηματογραφική, θα έλεγα, γραφή σας, τις γλαφυρές περιγραφές των τόπων, τις λεπτομέρειες των φυσικών χαρακτηριστικών, των σκέψεων και της δράσης τους, του ολοζώντανου σκηνικού μέσα στο οποίο τους εντάσσετε, καταφέρνετε να συναρπάσετε τον αναγνώστη, να τον κάνετε να συναισθανθεί την αγωνία, τη χαρά, τον αιφνιδιασμό τους, να ταυτιστεί, ακόμη και να συμπάσχει. Ποιες είναι οι εντυπώσεις των πρώτων αναγνωστών του βιβλίου; 

Α, είναι κάτι περισσότερο από ενθαρρυντικές. Ομολογώ ότι δεν έχω ξαναζήσει σε τέτοιο βαθμό το πνευματικό αλισβερίσι συγγραφέα-αναγνώστη. Τα μηνύματα που λαμβάνω καθημερινά είναι συγκινητικά.

-Στα βιβλία σας έχετε δημιουργήσει εντυπωσιακές προσωπικότητες γυναικών όχι μόνο σε πρωταγωνιστικούς ρόλους. Εκπληκτική η Υβέτ Σαντόν στις «Μέρες Αλεξάνδρειας», η Ισπανίδα δούκισσα Μαρία Πιλάρ στο «Φιλμ Νουάρ», η Ροζ Μαρί Λεμπλάν στην «Άρια». Έχω την εντύπωση ότι η Μαργώ Μποτέλλη του «Μινώταυρου», είναι η πιο λαμπερή, η ευφυέστερη, η πλέον απελευθερωμένη για τη χρονική περίοδο που της χαρίζετε ζωή! Εκπληκτική, επίσης, η Εμέλεια, χαρακτηριστική Γαλλίδα η Φλοράνς, κλασική μάνα της Κρήτης η Αγγελικώ, εκπληκτικής ομορφιάς η ταλαντούχα Ζόλντα! Έχω την αίσθηση ότι όχι μόνο αγαπάτε αλλά σέβεστε τις ηρωίδες σας. Πως καταφέρνετε να μπείτε τόσο βαθιά στη γυναικεία ψυχοσύνθεση και να αποδώσετε τον τρόπο σκέψης τόσο διαφορετικών σε κοινωνικό και μορφωτικό επίπεδο γυναικών; 

Πρέπει να συμφωνήσουμε σε κάτι: Η λογοτεχνία ξεκινά από τη γυναίκα, από την κατανόησή της, από τον ψυχικό της κόσμο, τα πάθη και τις επιθυμίες της. Ένας συγγραφέας που δεν δίνει προβάδισμα στις γυναίκες, που δεν προσπαθεί να τις καταλάβει και να τις αναδείξει, έχει πάντα ένα σημαντικό έλλειμμα σε αυτό που αποκαλούμε πείρα της ζωής.

–Γιαννιός Αστάκης. Ένα φονικό γίνεται αφορμή να εγκαταλείψει το χωριό του, του προσφέρει όμως την τύχη να γνωρίσει την πάμπλουτη καπνοβιομήχανο και πλοιοκτήτρια Μαργώ Μποτέλλη. Πόσο αληθινά τον περιφέρετε στην αλητεία του δύσοσμου λιμανιού του Μεγάλου Κάστρου και από χαμάλη τον κάνετε εραστή της!

Ένας ήρωας με μία εκπληκτική πορεία ζωής. Ένα απαίδευτο, αμήχανο κοινωνικά άτομο, καταφέρνει όχι μόνο να κερδίσει τον έρωτά της, αλλά αποφασίζει να χαράξει τη δική του ανεξάρτητη πορεία και να μετατραπεί σε άρχοντα του τόπου του. Πιστεύετε στον έρωτα ως κινητήριο δύναμη ή στην έμφυτη τάση του ανθρώπου για ανάταση;

Θα μου επιτρέψετε να διαφωνήσω: Ο Γιαννιός Αστάκης δεν υπήρξε άξεστος και απαίδευτος. Είχε εξαρχής την ευγένεια και το ήθος ενός καθαρού ανθρώπου, ενός έντιμου και τρυφερού άντρα. Η εξέλιξή του αποδεικνύει περίτρανα αυτό που λέω. Υπάρχει κάτι πιο σημαντικό από τη μόρφωση κι αυτό είναι η έμφυτη αισθητική του καθενός. Η Μαργώ το διαισθάνθηκε αμέσως, αλλιώς, φαντάζομαι, δεν θα γινόταν ερωμένη του. Αν με ρωτούσατε σε ποιον ήρωα του μυθιστορήματος θα ήθελα να μοιάζω, θα σας έλεγα, χωρίς δεύτερη σκέψη, στον Γιαννιό.

-Πέρα από τις γλαφυρές περιγραφές των τόπων, των χώρων, των φυσιογνωμιών ανθρώπων, στο βιβλίο σας πρωταγωνιστούν και οι ερωτικές σκηνές με ιδιαίτερη αισθητική γραφής και διακριτικότητα, χωρίς να χάνεται ούτε ίχνος από το πάθος των εραστών. Μία απ’ αυτές, από τις πρώτες εμπειρίες του ήρωά σας την περιγράφετε με ιδιαίτερο χιούμορ. Γέλασα πολύ! Το χιούμορ είναι ιδιαίτερα αισθητό στοιχείο στην αφήγησή σας, σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό από τα προηγούμενα βιβλία σας. Νιώθετε ότι γράφετε πιο απελευθερωμένα, πιο από καρδιάς, μεγαλώνοντας; 

Έτσι θέλω να πιστεύω. Προσπαθώ να παίρνω τον εαυτό μου λιγότερο στα σοβαρά. Δεν είναι εύκολο, καθώς όλοι οι λογοτέχνες διακατεχόμαστε από ένα μεγαλοϊδεατισμό. Είμαστε αθεράπευτα φιλόδοξοι. Προσωπικά πάλεψα πολύ στη ζωή μου αλλά στάθηκα και τυχερός. Τις επιτυχίες και τις διακρίσεις που μου χαρίστηκαν τις είδα σαν αφορμή για να χαλαρώσω και να απολαύσω τη χαρά που φέρνει, μαζί με όλα τα άλλα, η κάθε μέρα στον άνθρωπο.

-Έχετε μια πλειάδα ανδρικών χαρακτήρων, της πρώτης γενιάς ηρώων, τον Φανουράκη, τον Μαραβελάκη, τον Γαληνό, τον Καλοκαιρινό, τον πλοίαρχο Κούπερ, τον Λιολιό, τον μικρότερο αδελφό Γαληνό τον επονομαζόμενο Τσουγκρή και άλλους στη γενιά που ακολουθεί. Ποιοι από αυτούς είναι μεταπλασμένοι από πραγματικά πρόσωπα;

Τρεις από αυτούς, ο Γιαννιός Αστάκης, ο Γαληνός και ο Τσουγκρής αντιστοιχούν όντως σε πραγματικά πρόσωπα, με τις προεκτάσεις που μας επιτρέπει η μυθοπλασία.

-Ο μικρός γιος του Τσουγκρή που γίνεται πρωτοπρόσωπος αφηγητής σε κάποια κεφάλαια είναι προφανώς ο πατέρας σας. Πως νιώθετε που του χαρίσατε μια νέα ζωή μέσα από τη γραφή σας;

Ναι, έχετε δίκιο, συγκαταλέγεται και ο Γιωργής στους χαρακτήρες που απηχούν σε πραγματικά πρόσωπα. Ο πατέρας μου βέβαια περνά και από άλλα μυθιστορήματά μου, από το «Λέγε με Καΐρα» και από την «Άρια». Άρα είμαι κάπως εξοικειωμένος με αυτή την μετάπλασή του σε μυθιστορηματικό ήρωα.

-Υπάρχει κάποιο μέρος της αφήγησης που σας προκάλεσε δυσκολία στη γραφή ή στο συναισθηματικό σας κομμάτι;

Το δεύτερο μέρος του μυθιστορήματος με δυσκόλεψε αρκετά, πρέπει να ομολογήσω και επιβράδυνε την ολοκλήρωσή του για τουλάχιστον δύο χρόνια.

-Μέσα από την πραγματικά πολύ ενδιαφέρουσα πλοκή που συχνά δημιουργεί σασπένς, δημιουργείτε συνθήκες αναφοράς λογοτεχνικών, μουσικών, και εικαστικών έργων, απόλυτα εναρμονισμένων και ενταγμένων στον κορμό της αφήγησης. Πιστεύετε ότι ελκύουν το ενδιαφέρον του μέσου αναγνώστη ή απευθύνονται αποκλειστικά σ’ ένα έμπειρο πολιτιστικά αναγνωστικό κοινό;

Όταν κάτι γίνεται φυσικά, χωρίς επιδεικτική διάθεση και με σεβασμό στους όρους της διακειμενικότητας νομίζω πως ενσωματώνεται αρμονικά μέσα σ’ ένα μυθιστόρημα και δεν ενοχλεί κανένα.

-Περιγράφετε τους Κρητικούς με μια ιδιαίτερη ρωμαλεότητα, ντομπροσύνη, αγωνιστικότητα, χωρίς να χαρίζεστε σε κάποιους που προδίδουν σε καιρό πολέμου, και σ’ αυτούς που καταλαμβάνονται από  πολιτικό φανατισμό που καταλήγει σε εμφύλιες συρράξεις. Είναι τελικά η Κρήτη ένας τόπος ιδιαίτερος που γεννά στο πλείστο άντρες με τα όλα τους; 

Νομίζω ότι τους σπουδαίους άντρες, όπως και τις σπουδαίες γυναίκες, τους γεννούν οι εποχές και όχι οι τόποι, μολονότι ο Κρητικός λαός έχει κάτι ιδιαίτερο.

-Πιστεύετε ότι ο συγγραφέας οφείλει κατά κάποιο τρόπο να καταγγέλλει μέσα από το έργο του τα κακώς κείμενα της Ιστορίας και των Ιστορικών προσώπων; 

Η δουλειά του μυθιστοριογράφου δεν είναι να καταγγέλλει πρόσωπα και πράγματα αλλά να τα περιγράφει, να τα παρατηρεί και να καρυκεύει τις αφηγήσεις του με γενναίες δόσεις χιούμορ και λεπτής ειρωνείας. Αυτό είναι λογοτεχνία για μένα.

-Ποια είναι η άποψή σας για τη σύγχρονη Ελληνική Λογοτεχνία και το πώς αυτή θα μπορούσε να ξεπεράσει τα όρια των συνόρων; 

Η σύγχρονη ελληνική λογοτεχνία τα πάει μια χαρά, όσο για το αν θα μπορέσει να περάσει τα σύνορα και να γίνει πιο γνωστή σε όλο τον κόσμο, πιστεύω πως θα γίνει αργά ή γρήγορα. Όλα θα γίνουν στην ώρα τους.

ΠΗΓΗ: https://www.fractalart.gr/stefanakis-dimitris-interview/

«Νομίζω ότι τους σπουδαίους άντρες, όπως και τις σπουδαίες γυναίκες, τους γεννούν οι εποχές και όχι οι τόποι» - Συνέντευξη στην Τζένη Μανάκη - fractalart.gr

Αναρτήθηκε από: Dimitris Stefanakis

Ο Δημήτρης Στεφανάκης γεννήθηκε το 1961. Σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας. Είναι συγγραφέας δώδεκα μυθιστορημάτων και ενός δοκιμίου. Έχει... Διαβάστε περισσότερα...

Comments - Σχόλια

Share this Post:

Συνεχίστε την ανάγνωση...